Σε μια περίοδο που η Τρικομματική Κυβέρνηση προσπαθεί να βρει ισορροπία μεταξύ δημοσιονομικής πολιτικής αφενός και μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων αφετέρου, η είδηση της τοποθέτησης του Στέλιου Σταυρίδη στη θέση του Προέδρου του Ταμείου Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ήταν από τις πιο ευχάριστες (αλλά δυστυχώς ποσοτικά λίγες) ειδήσεις. Ένας επιχειρηματίας εγγνωσμένης αξίας, δοκιμασμένος σε καίριες θέσεις, αναλαμβάνει τον τομέα που εδώ και τρία χρόνια έχει βαλτώσει. Και μόνο η υστερική αντίδραση των "νεόνυμφων" Συ.Ριζ.Α. και Ανεξάρτητων Ελλήνων είναι μια καλή πρώτη ένδειξη ότι ο Στέλιος Σταυρίδης είναι ικανός να αναστρέψει την εικόνα κούφιων εξαγγελιών χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Στέλιος Σταυρίδης στις εκλογές του Μαΐου ήταν επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της Δράσης, ενώ σε αυτές του Ιουνίου επέλεξε να συστρατευθεί με την Νέα Δημοκρατία, ως τελευταίος στη λίστα υποψηφίων της Α΄ Αθηνών. Η διαφοροποίησή του αυτή νομίζω ότι γεννά ένα ενδιαφέρον ερώτημα κατά πόσο τα λεγόμενα φιλελεύθερα κόμματα ακολούθησαν σωστή στρατηγική στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Και, λέγοντας φιλελεύθερα κόμματα, εννοώ την Δράση, την Δημοκρατική Συμμαχία και την Φιλελεύθερη Συμμαχία. Η Δημιουργία, Ξανά, εξάλλου, κατά δήλωση πολλών μελών της (βλ. εδώ) δεν είναι αμιγως φιλελεύθερο κόμμα, γι' αυτό και δεν θα εξεταστεί για τις πρώτες εκλογές, παρά μόνο υπό το πρίσμα της μετέπειτα συνεργασίας της με τον συνασπισμό Δράσης - Φι.Σ..
Στις εκλογές του Μαΐου η συνεργασία Δράσης και Φιλελεύθερης Συμμαχίας, με εξαίρεση ορισμένες μικρές αντιδράσεις ως προς το πρόσωπο του κ. Γρηγόρη Βαλλιανάτου, ήταν και λογικά αναγκαία, και αρκετά επιτυχημένη: Δύο κόμματα με παρόμοιο πρόγραμμα, πολύ κοντινές καταβολές και σχεδόν κοινές αντιλήψεις ήταν λάθος να κατέβουν χωριστά. Γι' αυτό και έφτασαν αρκετά κοντά να πετύχουν το στόχο του 3%. Δεν το πέτυχαν γιατί η τρίτη συνισταμένη της "φιλελεύθερης εξίσωσης", η Δημοκρατική Συμμαχία, δεν κατάφερε να βρει κοινό βηματισμό με τον ήδη διαμορφωθέντα συνασπισμό. Μετά την "μνημονιακή" στροφή της Νέας Δημοκρατίας, το κόμμα της κ. Μπακογιάννη είχε χάσει ένα μεγάλο μέρος του ακροατηρίου του, καθώς οι μεν δεδηλωμένα δεξιού προσανατολισμού κεντρώοι είχαν σοβαρό λόγο να ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία, λόγω του κινδύνου που αποτελούσαν (και αποτελούν ακόμα) για τη χώρα οι συνιστώσες λαϊκισμού του κ. Τσίπρα, οι δε αμιγώς φιλελεύθεροι είχαν ήδη μια ελκυστική εναλλακτική. Αποτέλεσμα αυτού ήταν δύο κόμματα που είχαν σε μεγάλο ποσοστό κοινή δεξαμενή ψηφοφόρων να πάρουν αθροιστικά περίπου 5% και να μείνουν αμφότερα εκτός Βουλής.
Το λάθος της αυτόνομης καθόδου έσπευσε να διορθώσει πρώτη η Ντόρα Μπακογιάννη, επιστρέφοντας στη Νέα Δημοκρατία και δίνοντας μια αναγκαία εκλογική και ψυχολογική ώθηση προς τη νίκη. Δυστυχώς, δεν συνέβη το ίδιο και με τις Δράση - Φι.Σ., οι οποίες επέλεξαν έναν αταίριαστο γάμο με ένα κόμμα απολίτικο, χωρίς σαφή προσανατολισμό, κάτι σαν τους Αγανακτισμένους "από την ανάποδη". Η λογική του 2,5+2,5=5% χωρίς διαπιστωμένη κοινή δεξαμενή, σε συνδυασμό με την τουλάχιστον άγαρμπη συνένωση (θυμηθείτε την απρεπή συμπεριφορά του κ. Τζήμερου προς τον Πρόεδρο της Φι.Σ. κ. Γρ. Βαλλιανάτο) και το αποτέλεσμα ήταν 2,5+2,5=2,5%.
Αποτέλεσμα αυτής της λανθασμένης τακτικής ήταν να μείνει ξανά η Βουλή χωρίς εκπροσώπιση ενός δυναμικού, καλλιεργημένου και επίκαιρου χώρου, όπως οι Φιλελεύθεροι. Η απουσία γίνεται ιδιαίτερα αισθητή όταν η συζήτηση πηγαίνει στις τόσο αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, την μείωση του δημοσίου τομέα και τις αποκρατικοποιήσεις. Ταυτόχρονα, η ταύτιση της "Δημιουργία Ξανά" με το μνημόνιο οδηγεί σε νέα κατασυκοφάντηση του χώρου, παρά τις διαφορετικές διαδρομές που ακολουθούν πλέον τα κόμματα του συνασπισμού του Ιουνίου. Τι μένει, λοιπόν; Μόνο η λεγόμενη "φιλελεύθερη πτέρυγα" της Νέας Δημοκρατίας να παλεύει με την άρνηση Πα.Σο.Κ. και Δημ.Αρ. να απολυθούν ακόμη και οι επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι, τη στιγμή που ο (όχι άμοιρος ευθυνών) ιδιωτικός τομέας καταρρέει μέρα με τη μέρα υπό το βάρος της ασφυκτικής φορολογικής πολιτικής.
Στις εκλογές του Μαΐου η Δράση, εκμεταλλευόμενη και την ανατροπή του κομματικού χάρτη της χώρας και σε συνεργασία με την Φι.Σ., προσέφερε σε πολλούς μια πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή, τόσο λόγω της προσωπικότητας του κ. Μάνου, όσο και για την πληθώρα ικανών στελεχών που είχε. Ακόμα περισσότεροι και από αυτούς που την ψήφισαν ήταν αυτοί που βρέθηκαν ένα βήμα από το να το κάνουν, μεταξύ των οποίων και ο γράφων. Δυστυχώς, δεν έφτασε το πολυπόθητο 3%. Εκεί, κατά την ταπεινή μου γνώμη, όφειλε να επιλέξει μια συνεργασία πιο ορθολογική, καθώς πολλά στελέχη της υπήρξαν είτε "πολιτικά τέκνα" του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, είτε όψιμοι θαυμαστές του. Αντί, λοιπόν, μιας ανίερης (στο όνομα της "ιδεολογικής καθαρότητας") συμμαχίας με τη Νέα Δημοκρατία, επελέγη ο "χαρισματικός διαφημιστής". Αν παρακολουθήσει κάποιος το ξεκατίνιασμα των τελευταίων ημερών στη "Δημιουργία, Ξανά" νομίζω ότι δεν θα έχει αμφιβολία ως προς το ποια επιλογή ήταν περισσότερο βλαπτική.
Ευτυχώς, υπήρξαν έστω και λίγα στελέχη που αντελήφθησαν γρήγορα το διακύβευμα των δεύτερων εκλογών και έκαναν ευκολότερη την δυνατότητα αξιοποίησής τους, όχι για προσωπικό όφελος, αλλά για να καταφέρει επιτέλους η Ελλάδα να σταθεί ξανά στα πόδια της, τα οποία τσάκισε συστηματικά και εκ προμελέτης ο κρατισμός, ο κορπορατισμός και ο λαϊκισμός. Μακάρι να είχαμε ένα δυνατό φιλελεύθερο κόμμα. Αφού δεν το έχουμε, μακάρι να είχαμε περισσότερους σαν τον κ. Στέλιο Σταυρίδη σε κυβερνητικές θέσεις. Ποτέ δεν είναι αργά, τόσο για την μία πλευρά, όσο και για την άλλη.