Monday 23 June 2014

Αντρέα, ζεις;

Είναι πολύ εύκολο να παρατηρήσει κανείς ότι, όσο απομακρυνόμαστε από την εποχή της ευμάρειας, τόσο μειώνεται και η προσωπολατρία προς τους πολιτικούς. Του κανόνα αυτού συνήθως δεν ξεφεύγουν ούτε οι τεθνεώτες˙ μνημόσυνα σε στενό οικογενειακό κύκλο, εκδηλώσεις μνήμης που γίνονται αφορμή για αντισυγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, επικριτικές προσεγγίσεις της πορείας τους, ακόμα και ύβρεις προς το νεκρό και κατάρες προς τους συγγενείς του είναι φαινόμενα που συναντάμε όλο και συχνότερα.

Νομίζω ότι η πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή του Αντρέα Παπανδρέου, το πολιτικού που λατρεύτηκε (και μισήθηκε, είναι αλήθεια) όσο κανείς. Πώς αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα της κρίσης κάποιος που έφτασε σε τέτοιο βαθμό αποθέωσης, ώστε το μικρό του όνομα να καθιστά περιττό το επίθετό του, που «βάφτισε» με αυτό έναν μια πολιτική κοσμοθεωρία (τον «παπανδρεϊσμό»), που έκανε ανθρώπους να ορκίζονται σε αυτόν και που η κηδεία του έγινε υπόθεση ολόκληρης της χώρας; Και, κυρίως, ποιοι λόγοι οδηγούν σε αυτή την αντιμετώπιση;

Ομολογουμένως αποτελεί (ευχάριστη, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση) έκπληξη ότι η δέκατη όγδοη επέτειος του θανάτου του Αντρέα Παπανδρέου τιμήθηκε απλά με ένα μνημόσυνο «κοινού θνητού», στο οποίο παρέστησαν μετά βίας είκοσι άτομα, ενώ στον δημόσιο λόγο εμφανίστηκε μια λιτή και απέριττη ανακοίνωση του Πα.Σο.Κ., η οποία, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ανέφερε ότι συνεχίζουν το όραμά του… αλλάζοντάς το συθέμελα. Πέρα από αυτό, όμως, ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι η υποδοχή που έτυχε προ τριετίας οι αφίσες της Αριστερής Πρωτοβουλίας Πα.Σο.Κ., οι οποίες σχεδόν άπασες, όπως και αυτές της εικόνας, έγιναν σημείο εκτόνωσης καλλιτεχνικών, εκτός από πολιτικών, ανησυχιών.

Γιατί, λοιπόν, «δεν πουλάει» πλέον ο Αντρέας; Η απάντηση νομίζω πως είναι αρκετά περίπλοκη: Πρώτα απ’ όλα, το προφανές, δηλαδή η οικονομική κρίση, η οποία μόνο… ο Μιχάλης Καρχιμάκης αρνείται να αποδεχτεί ότι ξεκίνησε με τις πολιτικές και την κουλτούρα της «αλλαγής» του ’81˙ δεύτερον, η μοιραία σύνδεση του Πα.Σο.Κ. με τον ιδρυτή του και τούμπαλιν˙ τρίτον, η μετακίνηση των παραδοσιακών «παπανδρεϊκών» προς άλλα κόμματα˙ και τέταρτον, η εμφάνιση νέων, επικαιροποιημένων «μοντέλων».

Οι δύο πρώτοι λόγοι, καίτοι υπαρκτοί, πιστεύω πως είναι δευτερεύοντες˙ μια απλή πρόσθεση των ποσοστών των κομμάτων που ζητούν να επιστρέψουμε στο όνειρο που μας χάλασαν οι κακοί ξένοι θα μας πείσει ότι λίγοι είναι αυτοί που κατάλαβαν το λάθος στο «Τσοβόλα δώστα όλα». Ως εκ τούτου, η κατάρρευση του Πα.Σο.Κ., οδήγησε το «βαθύ» μέρος του κόμματος να μετακομίσει, με πρώτο και κυριότερο προορισμό τον Συ.Ριζ.Α., ο οποίος είναι σαφές ότι επιδιώκει τη χάρη (και τις ψήφους που αυτή συνεπάγεται, βεβαίως, βεβαίως) του «παπανδρεϊσμού», αλλά όχι το όνομα, αφενός επειδή επιθυμεί να παρουσιαστεί ως το νέο και άφθαρτο, αφετέρου διότι, όπως κάθε πολιτικός χώρος, έχει και αυτός τους «θεούς» και τις εμμονές του.

Οι δύο τελευταίοι λόγοι είναι αλληλοσυμπληρούμενοι˙ εχθρός του καλού είναι το καλύτερο και, ως εκ τούτου, στον πλειστηριασμό κολακείας και παροχών εμφανίζονται νέοι υποψήφιοι, οι οποίοι θέλουν να δώσουν περισσότερα στο ηθικό και την τσέπη «του κοσμάκη». Πλεονέκτημά τους συνιστά αναμφίβολα ότι μιλούν με βάση τα σημερινά δεδομένα, χωρίς την ανάγκη να αναζητηθούν στο λόγο τους αναλογία με αυτά που ζούμε, όπως μοιραία συμβαίνει με τον λόγο του Παπανδρέου. Για να μην μιλήσουμε για τις ψυχιατρικές περιπτώσεις που πιστεύουν θεωρίες περί «πράκτορα», που εξαπάτησε το λαό για να κάνει τα αντίθετα και να μας οδηγήσει στην καταστροφή: Ο Αντρέας όντως έκανε μόνο ένα μέρος όσων υποσχέθηκε, αλλά κινήθηκε προς την κατεύθυνση που είχε δεσμευτεί. Επί της ουσίας, τους εξαπάτησε μεν, αλλά όχι για να κάνει τα αντίθετα. Απλά, ο ίδιος ήταν ιδιαίτερα έξυπνος για να το καταλαβαίνει και αυτοί αρκούντως ανόητοι για να μην μπορούν να το αντιληφθούν ακόμη. 

Για πολλούς λόγους, λοιπόν, ο Αντρέας οδεύει προς τη λήθη. Παρά ταύτα, η κουλτούρα που καθιέρωσε ζει και βασιλεύει˙ ο κόσμος ζητά ακόμα παροχές, εθνικούς τσαμπουκάδες, περήφανες λεκτικές νίκες με ιστορικά ευφυολογήματα, Αυριανιστές και Σταμουλοκολλάδες. Μπορεί, λοιπόν, να μην νοσταλγεί ευθέως τον ίδιο, επιθυμεί, όμως, αυτά στα οποία ξεκίνησε να εθίζεται επί των ημερών του. Μάλιστα, τα αιτήματα προβάλλονται όλο και πιο επίμονα, από όλους τους χώρους, από την παρδαλή αριστερά μέχρι τη Χρυσή Αυγή. Κοινός τόπος η χυδαιότητα, ο λαϊκισμός, το μίσος προς την αριστεία και η αγελαία νοοτροπία.

Ο Αντρέας Παπανδρέου προσωποποιεί όσα σιχαίνομαι. Εκτός του ότι ήταν αυτός που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου που λέγεται ανεξέλεγκτο έλλειμμα και χρέος, υποθηκεύοντας το παρόν και το μέλλον της γενιάς μου, μόλυνε τον δημόσιο λόγο, αλλά και τον πολιτικό – κομματικό μου χώρο. Θα έχει την τύχη του μέρμηγκα από το γνωστό τραγούδι που τελικά τον κατασπάραξε ο στρατός του, ελλείψει άλλης τροφής. Η σταδιακή απαξίωση της προσωπικότητάς του είναι μια πρώτη ικανοποίηση. Μένει ακόμα να απομονωθούν όλα αυτά που εξέφρασε, ούτως ώστε η μνήμη του να γίνει (απόλυτα σεβαστή) υπόθεση των οικείων του αντί να τιμάται καθημερινά στον δημόσιο βίο.