Ένας βασικός κανόνας της πολιτικής λέει ότι τα κόμματα ιδρύονται και ανθούν εξυπηρετώντας τα αιτήματα και τις ανάγκες μιας χρονικής περιόδου. Όσο μπορούν να εξελίσσονται και να ακολουθούν τις εξελίξεις, τόσο η περίοδος ακμής τους παρατείνεται˙ όταν, όμως, κάποια στιγμή η εποχή τους τα ξεπερνά, τότε αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τη συνοχή και την ίδια την ύπαρξή τους, ανοίγοντας το δρόμο για δημιουργία νέων σχηματισμών, άλλοτε επιτυχημένων και άλλοτε αποτυχημένων. Συνήθως τέτοιες στιγμές έρχονται μαζί με καταστροφές, δυσκολίες ή αποτυχίες και η μεταμνημονιακή εποχή δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τον κανόνα, παρέχοντας τις κατάλληλες συνθήκες για την εμφάνιση καινούργιων κομματικών φορέων που φιλοδοξούν να καταλάβουν τις θέσεις των μεταπολιτευτικών.
Οι δυσκολίες των τελευταίων ετών περιλαμβάνουν μια όαση χαράς για μια κατηγορία συνανθρώπων μας (στην οποία ανήκει και ο γράφων) που πρέπει να αντιμετωπίζεται με κατανόηση και συμπάθεια, τα λεγόμενα political junkies. Είμαστε όλοι εμείς που γοητευόμαστε όχι μόνο από τους «μεγάλους παίκτες» της πολιτικής σκακιέρας, αλλά αναζητούμε «διαμαντάκια» και στους λιγότερο επιφανείς παράγοντες του παιχνιδιού, ακόμα κι αν χρειαστεί να ψάξουμε αρκετά για να τους ανακαλύψουμε. Οι διασπάσεις, οι νέες αφίξεις, η επανάκαμψη παλαιών αστέρων, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να αποτελεί κάτι σαν λουκούλλειο γεύμα για την πάθησή μας.
Παρά ταύτα, όπως ένα καλό φαγητό που καταναλώνεται σε κτηνώδεις ποσότητες, έτσι σήμερα παρατηρείται το σπάνιο φαινόμενο τα political junkies να βρίσκονται ένα βήμα προ του σκασμού. Η ταχύτητα με την οποία ξεπηδούν οι νέες πολιτικές κινήσεις είναι, πλέον, πέρα από τις δυνατότητες που έχουμε να τις καταναλώσουμε. Από την εκδήλωση της κρίσης και εξής, μπορούμε να μετρήσουμε τουλάχιστον 26 σχηματισμούς που είδαν, λιγότερο ή περισσότερο, το φως της δημοσιότητας, χωρίς να υπολογίζουμε μικρότερες πολιτικές ομάδες που, όσο junkies και να είμαστε, μας ξέφυγαν. Ενδεικτικά, από τα τέλη του 2009 μέχρι τις εκλογές του 2012 εμφανίστηκαν στη ζωή μας οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, το Πανελλήνιο Άρμα Πολιτών, το ΟΧΙ, η Δημιουργία ξανά, η ΔΗΜΑΡ, η Δυναμική Ελλάδα, η Κοινωνία Αξιών, η Κοινωνική Συμφωνία, το Κόμμα Πειρατών Ελλάδας, το Παναθηναϊκό Κίνημα, ο Σύνδεσμος Εθνικής Ενότητας, η Δημοκρατική Συμμαχία και το Χαρίζω Οικόπεδα – Χαρίζω χρέη, ενώ, επικεντρωνόμενοι στο διάστημα από τις τελευταίες εκλογές και εξής έχουμε περίπου ένα κόμμα το μήνα (Νέα ΜΕΡΑ, Δραχμή 5 αστέρων, Έλληνες Ευρωπαίοι Πολίτες, Ένωση για την Πατρίδα και τον Λαό, Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα, Σχέδιο Β΄, Χριστιανοδημοκρατικό Κίνημα, Πυρίκαυστος Ελλάδα, Νέο Κόμμα, Δημοκρατική Παράταξη, Κόμμα Ελλήνων Κυνηγών, Σοσιαλιστικό Κόμμα, Ποτάμι)!!!
Ο αριθμός είναι εκπληκτικός (ή, αν προτιμάτε, εξωφρενικός), μιλάμε περίπου για ένα νέο κόμμα ανά 2 μήνες. Αν, δε, προσθέσουμε και άλλα, προϋπάρχοντα «μικρά» κόμματα (Δράση, Φιλελεύθερη Συμμαχία, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΟΣ, Ένωση Κεντρώων), καθώς και ορισμένα λιγότερο γνωστά, τότε στις επόμενες εκλογές δεν αποκλείεται, παρά τις συγχωνεύσεις που έγιναν ή θα γίνουν, να πλησιάσουμε τα 40 κόμματα.
Η πλειονότητα των προαναφερθέντων κομμάτων στοχεύει σε ένα κοινό που βρίσκεται δεξιά και αριστερά αντίστοιχα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για τα περίφημα «αντιμνημονιακά» κόμματα, τα οποία, λιγότερο ή περισσότερο ποντάρουν στην δυσαρέσκεια των πολιτών απέναντι στο μεταπολιτευτικό δίπολο, οι οποίοι, για διάφορους λόγους, διστάζουν να ενταχθούν στον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα μεγαλύτερα κόμματα. Για τη ρητορική τους μπορούν να γραφτούν τόμοι ολόκληροι – συνήθως βαθύτατα χιουμοριστικού περιεχομένου, ενώ στο ερώτημα γιατί πιστεύουν ότι μπορούν να κερδίσουν ένα σημαντικό μερίδιο του κόσμου, η επιτυχία του κινήματος του Πάνου Καμμένου είναι μια καλή πρώτη απάντηση.
Υπάρχει, όμως, και μια άλλη κατηγορία νεοϊδρυθέντων κομμάτων, τα οποία φιλοδοξούν να μπουν «σφήνα» ανάμεσα στους δύο πόλους, εκφράζοντας τον ασαφή χώρο που κατά καιρούς έχει πάρει τις ονομασίες «μεσαίος», «κεντρώος», «φιλελεύθερος», «δημοκρατικός», «μεταρρυθμιστικός», «κοινής λογικής» κλπ. Με αυτά νομίζω πως αξίζει να ασχοληθεί κάποιος λίγο πιο επισταμένα: Με ρητορική είτε φιλομνημονιακή, είτε αντιμετώπισής του ως αναγκαίου κακού, συνήθως εγκαλούν το πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης για όσα δεν έκανε και μας οδήγησαν ως εδώ. Και, αρκετές φορές έχουν δίκιο, ενίοτε, δε, προβάλλουν ορισμένες ενδιαφέρουσες ιδέες.
Γιατί, όμως, ενώ «τα λένε ωραία», αποτυγχάνουν πρώτον να συνεργαστούν και δεύτερον να πείσουν μια ικανή μερίδα του εκλογικού σώματος; Υπάρχουν διάφοροι λόγοι: Η συμμετοχή παλαιών και φθαρμένων προσώπων, οι οποίοι δεν αποτελούν, στα μάτια των εκλογέων, εγγύηση αλλαγής˙ οι αρχηγικές εμμονές άλλων πολιτικών, οι οποίες δυσκολεύουν τόσο τις συνεργασίες, όσο και την αύξηση της δημοφιλίας των σχηματισμών˙ αντίστοιχα, η έλλειψη κομματικής δομής άλλων κινημάτων, με αποτέλεσμα, ελλείψει ηγεσίας, να μετατρέπονται σε λέσχες πολιτικού προβληματισμού αντί για κόμματα˙ τέλος, οι μικροϊδεολογικές περιχαρακώσεις γύρω από επουσιώδη ζητήματα, τα οποία εμποδίζουν την σύγκλιση επί βασικών κοινών θέσεων.
Υπάρχει, όμως, ένα σχεδόν κοινό χαρακτηριστικό: Η δυστοκία (ενίοτε και απροθυμία) στη συλλογή ψήφων. Καλώς ή κακώς, δημοκρατία είναι και το να μαζεύεις «κουκιά»˙ χωρίς αυτά, κανείς δεν κυβέρνησε πουθενά. Είναι αλήθεια ότι στην μεταπολιτευτική Ελλάδα η ψηφοθηρία εξελίχθηκε σε ένα πολύ άγριο σπορ, ενίοτε χωρίς κανόνες ή/και ηθική. Και εδώ είναι το στοίχημα όσων θέλουν να κομίσουν κάτι νέο: Να διεκδικήσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου «πόρτα – πόρτα», να πείσουν ότι, εκτός από το να τα λένε ωραία, μπορούν και να τα κάνουν σωστά. Ευτυχώς ή δυστυχώς, η πολιτική δεν είναι για μη μου άπτου ανθρώπους, χρειάζεται στελέχη πρόθυμα να ιδρώσουν, να λερωθούν για να ανταμειφθούν από τους ψηφοφόρους. Εκεί κολλάνε συνήθως κινήσεις με καλές προθέσεις.
Δεν είναι, λοιπόν, τόσο παράδοξη η αύξηση του αριθμού των κομμάτων σε μια περίοδο που οι θεσμοί της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας αμφισβητούνται – άλλως τε, πολλοί νεότευκτοι σχηματισμοί δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σοβαρά, όπως προείπαμε. Επειδή η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται το κενό, είναι αναπόφευκτο κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, να βρεθεί ένα κόμμα που θα καταφέρει όσα τα προηγούμενα απέτυχαν, αλλάζοντας τους συσχετισμούς του πολιτικού συστήματος – κάτι το οποίο πρέπει να έχουν πάντα στα υπόψη και τα κόμματα της νυν κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ο κόσμος είναι εκεί έξω και περιμένει, όχι μεγαλοστομίες, ούτε περίτεχνα κατασκευάσματα˙ περιμένει σαφείς απαντήσεις στα προβλήματά του Όποιος πιστεύει ότι μπορεί να το πετύχει, ας κάνει ένα βήμα μπροστά.