Το πρόσφατο ντέρμπι μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού, εκτός από τις ατέρμονες συζητήσεις για τις διαιτητικές αποφάσεις, έδωσε αφορμή για να συζητήσουμε για άλλη μια φορά το θέμα της βίας στα γήπεδα, με αφορμή όσα συνέβησαν εντός του γηπέδου, όσα διαδραματίστηκαν μετά τη λήξη του αγώνα και όσα γράφτηκαν ένθεν κακείθεν από οπαδικές εφημερίδες πριν και μετά από αυτόν. Ήδη η Πολιτεία κατάφερε να αυτογελοιοποιηθεί αναβάλλοντας τον τελικό του Κυπέλλου μπάσκετ υπό τον φόβο επεισοδίων, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο αδύναμη και απρόθυμη να βρει μια λύση η οποία θα προστατεύει τον αθλητισμό, χωρίς να τον «αποστειρώνει». Επειδή πιστεύω ότι το να αναζητάμε ποιος έφταιξε περισσότερο, ποιος προκάλεσε πρώτος και ποιος δικαίως προκλήθηκε δεν οδηγούν πουθενά, αλλά, αντίθετα, αποτελούν εγγύηση ότι στο επόμενο παιχνίδι θα συμβούν χειρότερα, καλό θα ήταν να εξετάσουμε πώς μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του και όχι μόνο τα συμπτώματά του.
Μια πρόταση που κατά καιρούς ακούγεται και έχει επανέλθει στο προσκήνιο μέσω φημών είναι ο αποκλεισμός των ελληνικών ομάδων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το είχε προτείνει παλαιότερα ο Ντέμης Νικολαΐδης ως Πρόεδρος ης Α.Ε.Κ., ακούγεται ότι το σκέφτεται ο νυν Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ποδοσφαιρική Ομοσπονδίας, Μισέλ Πλατινί. Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα αυτή κατά το παρελθόν είχε αποδώσει καρπούς κατά το παρελθόν, με λαμπρότερο παράδειγμα την εφαρμογή του στην Αγγλία της Θάτσερ. Μόνο που στην «ελληνική περίπτωση» υπάρχει μια ουσιώδης διαφοροποίηση: Δεν «εξάγουμε» χούλιγκαν, σε αντίθεση με την Αγγλία της δεκαετίας του 1980, όταν το πρόβλημα είχε επεκταθεί εκτός των συνόρων της χώρας. Τα «καλόπαιδά» μας, ευτυχώς, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όταν βρίσκονται σε ευρωπαϊκά γήπεδα είναι «Παναγίες», ή, για να το πούμε κατά την ποδοσφαιρικότερη διάλεκτο, «κότες», για τον απλούστατο λόγο ότι η αστυνομία εκεί δεν έχει δεύτερες σκέψεις αν με τη συμπεριφορά της «θα προκαλέσει τον ψυχισμό των παιδιών» ή οτιδήποτε άλλο εφευρίσκουμε στην Ελλάδα για να μην (την αφήσουμε να) κάνει σωστά τη δουλειά της. Επιπλέον, ο περιορισμός εντός των συνόρων δεν είναι καθόλου αμφίβολο να δημιουργήσει χειρότερη εξαθλίωση από την ήδη υπάρχουσα. Συμπέρασμα πρώτο, λοιπόν, ότι χρειαζόμαστε σοβαρή αστυνόμευση.
Η άλλη πρόταση που πολλοί πιστεύουν ότι θα έλυνε το πρόβλημα είναι η κατάργηση των συνδέσμων. Εδώ η συζήτηση γίνεται σοβαρότερη: Όντως, οι σύνδεσμοι έχουν άκρως βεβαρημένο ιστορικό και έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη βία, έχω, όμως, σοβαρότατες επιφυλάξεις κατά πόσο είναι εφικτό, αλλά και σκόπιμο, να καταργηθούν: Ως προς το εφικτό, το μεγαλύτερο εμπόδιο αποτελεί το άρθρο 12 του Συντάγματος: Πρώτον, δεν απαιτείται άδεια για τη σύσταση του σωματείου και δεύτερον, ακόμη και σε περίπτωση αποκάλυψης παράνομης δραστηριότητας από σύνδεσμο, απαιτείται δικαστική απόφαση για τη διάλυσή του, συνεπώς υπερβολικά μεγάλος χρόνος. Συν τοις άλλοις, υπάρχουν σύνδεσμοι – υποδείγματα (κυρίως μικρότερων ομάδων ή μεγάλων ξένων), οι οποίοι, όσο «μειονοτικοί» και να είναι, δεν είναι δυνατόν να μπουν στο ίδιο τσουβάλι με τους πολλούς εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες. Ως προς τη σκοπιμότητα, πιστεύω ότι εδώ κρύβεται η μεγαλύτερη παγίδα για όσους θέλουν να λύσουν το πρόβλημα: Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι αν τώρα, που ο «εχθρός» είναι φανερός, δε μπορούμε να χτυπήσουμε δραστικά τη βία, πόσο δυσκολότερο θα είναι όταν περιβάλλουμε αυτό τον «εχθρό» με ένα αόρατο πέπλο. Στην περίπτωση των συνδέσμων, η λύση είναι η δημιουργία μητρώων, πέρα από γελοιοδέστατες καταστάσεις, όπως αυτή της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων προ ετών.
Τι θα μπορούσε, λοιπόν, να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα, αφού τα παραπάνω είναι τουλάχιστον ημίμετρα; Όσο κι αν φαίνεται αρχικά τρελό και επικίνδυνο, η λύση θα μπορούσε να δοθεί πολύ απλά με την κατάργηση της τοποθέτησης των φιλάθλων στο γήπεδο με κριτήριο την οπαδική τους προτίμηση και την τυχαία διασπορά τους. Αυτό, βέβαια, απαιτεί κάποιες συγκεκριμένες και απλούστατες, όταν υπάρχει βούληση, προϋποθέσεις: Ονομαστικό εισιτήριο, κάμερες ασφαλείας, διάθεση εισιτηρίων αυστηρά και μόνο έξω από το γήπεδο (και όχι από τους συνδέσμους), ουσιαστικοί έλεγχοι κατά την είσοδο στο γήπεδο και ένα αυστηρό ποινικό πλαίσιο για τους παραβάτες. Αν, παρά ταύτα, υπάρχουν ακόμη «επιστήμονες» με τόσο υψηλή ευφυΐα που επιμένουν να παίζουν ξύλο, νομίζω ότι η μέριμνα της Πολιτείας προς τους ηλιθίους πρέπει να έχει και όρια…
Συνοψίζοντας, το πρόβλημα είναι όντως μεγάλο και θυμίζει τους στίχους ενός παλιού τραγουδιού του Σαββόπουλου. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι τις υπερβολικές δηλώσεις όπως αυτή του Προέδρου της Δημοκρατίας (ο οποίος κατά το παρελθόν έχει διαπρέψει στο χαΐδεμα αυτιών) πει «εθνικού εξευτελισμού», απέχουμε όσο και από τη λύση του προβλήματος. Μόνο όταν το ζήτημα της βίας στα γήπεδα τεθεί στις σωστές του διαστάσεις θα μπορούμε να βρούμε την πραγματική του λύση και όχι μια αφορμή για να αποτινάξουμε την ευθύνη μας για την ύπαρξη και τη διόγκωσή του. Πρέπει, όμως, πρώτα να απαντήσουμε ειλικρινά στους εαυτούς μας αν το θέλουμε πραγματικά...
Μια πρόταση που κατά καιρούς ακούγεται και έχει επανέλθει στο προσκήνιο μέσω φημών είναι ο αποκλεισμός των ελληνικών ομάδων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το είχε προτείνει παλαιότερα ο Ντέμης Νικολαΐδης ως Πρόεδρος ης Α.Ε.Κ., ακούγεται ότι το σκέφτεται ο νυν Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ποδοσφαιρική Ομοσπονδίας, Μισέλ Πλατινί. Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα αυτή κατά το παρελθόν είχε αποδώσει καρπούς κατά το παρελθόν, με λαμπρότερο παράδειγμα την εφαρμογή του στην Αγγλία της Θάτσερ. Μόνο που στην «ελληνική περίπτωση» υπάρχει μια ουσιώδης διαφοροποίηση: Δεν «εξάγουμε» χούλιγκαν, σε αντίθεση με την Αγγλία της δεκαετίας του 1980, όταν το πρόβλημα είχε επεκταθεί εκτός των συνόρων της χώρας. Τα «καλόπαιδά» μας, ευτυχώς, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όταν βρίσκονται σε ευρωπαϊκά γήπεδα είναι «Παναγίες», ή, για να το πούμε κατά την ποδοσφαιρικότερη διάλεκτο, «κότες», για τον απλούστατο λόγο ότι η αστυνομία εκεί δεν έχει δεύτερες σκέψεις αν με τη συμπεριφορά της «θα προκαλέσει τον ψυχισμό των παιδιών» ή οτιδήποτε άλλο εφευρίσκουμε στην Ελλάδα για να μην (την αφήσουμε να) κάνει σωστά τη δουλειά της. Επιπλέον, ο περιορισμός εντός των συνόρων δεν είναι καθόλου αμφίβολο να δημιουργήσει χειρότερη εξαθλίωση από την ήδη υπάρχουσα. Συμπέρασμα πρώτο, λοιπόν, ότι χρειαζόμαστε σοβαρή αστυνόμευση.
Η άλλη πρόταση που πολλοί πιστεύουν ότι θα έλυνε το πρόβλημα είναι η κατάργηση των συνδέσμων. Εδώ η συζήτηση γίνεται σοβαρότερη: Όντως, οι σύνδεσμοι έχουν άκρως βεβαρημένο ιστορικό και έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη βία, έχω, όμως, σοβαρότατες επιφυλάξεις κατά πόσο είναι εφικτό, αλλά και σκόπιμο, να καταργηθούν: Ως προς το εφικτό, το μεγαλύτερο εμπόδιο αποτελεί το άρθρο 12 του Συντάγματος: Πρώτον, δεν απαιτείται άδεια για τη σύσταση του σωματείου και δεύτερον, ακόμη και σε περίπτωση αποκάλυψης παράνομης δραστηριότητας από σύνδεσμο, απαιτείται δικαστική απόφαση για τη διάλυσή του, συνεπώς υπερβολικά μεγάλος χρόνος. Συν τοις άλλοις, υπάρχουν σύνδεσμοι – υποδείγματα (κυρίως μικρότερων ομάδων ή μεγάλων ξένων), οι οποίοι, όσο «μειονοτικοί» και να είναι, δεν είναι δυνατόν να μπουν στο ίδιο τσουβάλι με τους πολλούς εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες. Ως προς τη σκοπιμότητα, πιστεύω ότι εδώ κρύβεται η μεγαλύτερη παγίδα για όσους θέλουν να λύσουν το πρόβλημα: Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι αν τώρα, που ο «εχθρός» είναι φανερός, δε μπορούμε να χτυπήσουμε δραστικά τη βία, πόσο δυσκολότερο θα είναι όταν περιβάλλουμε αυτό τον «εχθρό» με ένα αόρατο πέπλο. Στην περίπτωση των συνδέσμων, η λύση είναι η δημιουργία μητρώων, πέρα από γελοιοδέστατες καταστάσεις, όπως αυτή της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων προ ετών.
Τι θα μπορούσε, λοιπόν, να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα, αφού τα παραπάνω είναι τουλάχιστον ημίμετρα; Όσο κι αν φαίνεται αρχικά τρελό και επικίνδυνο, η λύση θα μπορούσε να δοθεί πολύ απλά με την κατάργηση της τοποθέτησης των φιλάθλων στο γήπεδο με κριτήριο την οπαδική τους προτίμηση και την τυχαία διασπορά τους. Αυτό, βέβαια, απαιτεί κάποιες συγκεκριμένες και απλούστατες, όταν υπάρχει βούληση, προϋποθέσεις: Ονομαστικό εισιτήριο, κάμερες ασφαλείας, διάθεση εισιτηρίων αυστηρά και μόνο έξω από το γήπεδο (και όχι από τους συνδέσμους), ουσιαστικοί έλεγχοι κατά την είσοδο στο γήπεδο και ένα αυστηρό ποινικό πλαίσιο για τους παραβάτες. Αν, παρά ταύτα, υπάρχουν ακόμη «επιστήμονες» με τόσο υψηλή ευφυΐα που επιμένουν να παίζουν ξύλο, νομίζω ότι η μέριμνα της Πολιτείας προς τους ηλιθίους πρέπει να έχει και όρια…
Συνοψίζοντας, το πρόβλημα είναι όντως μεγάλο και θυμίζει τους στίχους ενός παλιού τραγουδιού του Σαββόπουλου. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι τις υπερβολικές δηλώσεις όπως αυτή του Προέδρου της Δημοκρατίας (ο οποίος κατά το παρελθόν έχει διαπρέψει στο χαΐδεμα αυτιών) πει «εθνικού εξευτελισμού», απέχουμε όσο και από τη λύση του προβλήματος. Μόνο όταν το ζήτημα της βίας στα γήπεδα τεθεί στις σωστές του διαστάσεις θα μπορούμε να βρούμε την πραγματική του λύση και όχι μια αφορμή για να αποτινάξουμε την ευθύνη μας για την ύπαρξη και τη διόγκωσή του. Πρέπει, όμως, πρώτα να απαντήσουμε ειλικρινά στους εαυτούς μας αν το θέλουμε πραγματικά...
No comments:
Post a Comment