Thursday 13 October 2011

Παρίσταται άνευ...

Από σήμερα μέχρι και τις 19 Οκτωβρίου οι Δικηγόροι απέχουν των καθηκόντων τους, όπως αποφάσισε προχθές η Συντονιστική Επιτροπή των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, κυρίως σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις προτάσεις του Υπουργού κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής Δικαιοσύνης, αλλά και για την συνολική πολιτική που ακολουθεί η Κυβέρνηση. Αν και έχω μόλις λίγους μήνες στην πλάτη μου ως ασκούμενος δικηγόρος, η αποχή αυτή μεταφράζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε αναβολή των δικών που έχουν προσδιοριστεί για αυτό το διάστημα και ορισμό νέας δικασίμου, όχι ιδιαίτερα σύντομης, πλην, βέβαια, όσων υποθέσεων κρίνονται για τον έναν ή τον άλλο λόγο κατεπείγουσες, οπότε και εκδικάζονται κανονικά. Σε μία περίοδο όπου ο κρατικός μηχανισμός έχει κατά κυριολεξία παραλύσει, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί η στάση που κρατούν οι δικηγόροι, καθώς σε αυτή ρόλο ρυθμιστή επιτελεί ο μεγαλύτερος επιστημονικός Σύλλογος της χώρας, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών.

Για τη δέσμη των μέτρων που αφορούν στην ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης μπορούν να ειπωθούν πολλά και έχουν σχεδόν όλα ήδη ειπωθεί: Έχουν προβληθεί επιχειρήματα περί αντισυνταγματικότητας της μεταφοράς δικαστηριακής ύλης στους Συμβολαιογράφους, έχουν εκφραστεί αμφιβολίες και ενστάσεις για το κατά πόσο μια τέτοια αλλαγή θα μείωνε σοβαρά το χρόνο εκδίκασης μιας υπόθεσης, ενώ υπάρχουν και φωνές που τάσσονται υπέρ συγκεκριμένων προτάσεων του Υπουργού (βλ. εδώ κείμενο του E-Lawyer με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα σχόλια).

Με τα παραπάνω μπορεί ο καθένας να συμφωνεί ή να διαφωνεί ανάλογα με την πολιτική και επιστημονική του τοποθέτηση, περισσότερο, όμως, πρέπει να επικεντρωθούμε στην αποχή αυτή καθ’ εαυτή ως μέσο διεκδίκησης των αιτημάτων του δικηγορικού κλάδου. Κατ’ αρχάς, τίθεται το ερώτημα αν μπορεί ένα νομικό πρόσωπο να επιβάλλει στα (υποχρεωτικά εγγεγραμμένα σε αυτό, προκειμένου να ασκήσουν δικηγορία) μέλη του αν και πότε θα εργαστούν, απειλώντας με κυρώσεις, έως και διαγραφή, όσους δεν εφαρμόζουν μια απόφαση η οποία σε μεγάλο βαθμό έχει πολιτικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, ανάγεται στον σκληρό πυρήνα των ατομικών ελευθεριών. Άλλοι νομικοί, δε, όπως ο Καθηγητής κ. Ιωάννης Ληξουριώτης, εγείρουν ζήτημα νομιμότητας της ίδιας της απόφασης περί αποχής (αναλυτικά εδώ). Συνεπώς, με τα ελάχιστα νομικά που κατέχω, δεν είναι δυνατόν η μη αποχή να συνιστά λόγο οιασδήποτε πειθαρχικής δίωξης για παραβίαση απόφασης της Συνονιστικής Επιτροπής (άρθρο 64 παράγραφος 1 Κώδικα Περί Δικηγόρων).

Πέρα, όμως, από το καθαρά νομικό κομμάτι του ζητήματος, ας εξετάσουμε και τη σκοπιμότητα της αποχής: Όποιος είχε την τύχη να καταθέσει αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών τις τελευταίες ημέρες και άκουσε στον προσδιορισμό τον αριθμό "2015", δεν έκανε λάθος: Οι δικάσιμοι πλέον δίνονται με ορίζοντα τετραετίας, τα πινάκια είναι υπερφορτωμένα σε τρομακτικό βαθμό και οι αναβολές λόγω ωραρίου στην ημερίσια διάταξη. Αν, λοιπόν, η δικάσιμος τύχει σε μέρα αποχής, τότε μιλάμε για μια σημαντικότατη καθυστέρηση για την ολοκλήρωση της υπόθεσης, η οποία το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν ωφελεί κανέναν: Ούτε τον τελικό νικητή της δίκης, ο οποίος ενδέχεται μέχρι να δικαιωθεί να έχει καταστραφεί οικονομικά, ούτε τον ηττημένο, καθώς οι τόκοι υπερημερίας σε μία αστική υπόθεση πολλές φορές φτάνουν στο 100% του αρχικού κεφαλαίου, ούτε, βέβαια, τον ίδιο τον δικηγόρο, και δη τον νέο, του οποίου η αμοιβή αναβάλλεται, τη στιγμή που οι υποχρεώσεις του δεν περιμένουν.

Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα που περιγράφηκε πιο πάνω, θεωρώ, όσο μπορώ να εκφέρω γνώμη, ότι η (υποχρεωτική) αποχή είναι μια λύση μη νόμιμη, αλλά, κυρίως, παντελώς ατελέσφορη και εντέλει ζημιογόνα, τόσο για τους πολίτες, που βλέπουν το (έστω και χωλό) τελευταίο καταφύγιο που διέθεταν για "να βρουν το δίκιο τους" να καθυστερεί σε βαθμό που, στην πραγματικότητα, δεν αποδίδει Δικαιοσύνη, οδηγώντας την κοινωνία μακροπρόθεσμα στην αυτοδικία, όσο και για τους ίδιους τους δικηγόρους, των οποίων το κύρος και η αποτελεσματικότητα τίθενται εν αμφιβόλω, χωρίς επ' ουδενί να είναι οι μοναδικοί υπαίτιοι αυτής της κατάστασης, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι υποψήφιοι πελάτες να αναζητούν εξωδικαστική επίλυση των διαφορών τους, συρρικνώνοντας δραματικά τον κύκλο εργασιών για έναν δικηγόρο.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι το σύστημα απονομής Δικαιοσύνης χρειάζεται βαθύτατες αλλαγές και αυτό το ξέρει ίσως πρώτος από όλους ο ίδιος ο Πρόεδρος του Δ.Σ.Α., ως κατεξοχήν μάχιμος δικηγόρος. Είναι επίσης βέβαιο ότι οι Πρόεδροι των υπολοίπων Δικηγορικών Συλλόγων που αποφάσισαν την αποχή γνωρίζουν βαθύτερα το πρόβλημα από έναν ασκούμενο. Ίσως χρειάζονται περισσότεροι δικαστές, περισσότερα δικαστήρια, αύξηση του ωραρίου, υψηλότερα παράβολα. Σίγουρα, όμως, δεν χρειάζεται ούτε μία ημέρα καθυστέρηση, όσο ερασιτεχνικοί και αν είναι (και αυτοί) οι χειρισμοί της Κυβέρνησης, που προσπαθεί να θεσει άλλο ένα μανιχαϊστικό δίλημμα σε έναν λαό παραζαλισμένο από όσα συμβαίνουν γύρω του. Ο κύριος Γιάννης Αδαμόπουλος εξελέγη πανηγυρικά χάρη στη δουλειά και την προσωπικότητά του, αλλά και στη βοήθεια που παρείχε σε όλους τους νέους συναδέλφους με το βιβλίο του «Απλά και Χρήσιμα». Αυτό είναι που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή, απλές και χρήσιμες λύσεις.

1 comment:

  1. ο Αδαμόπουλος δεν ήταν που έβγαλε εκείνη τη φελοί αφίσα περί ΠΑ.ΣΟ.Κ? Δεν καταλαβαίνω. Ο ρόλος εν τέλει του ΔΣΑ είναι συντεχνιακός και πολιτικός ή απλά επαγγελματικός? Απαντήστε μου γιατί δεν το γνωρίζω το ζήτημα και μου φαίνεται εξωφρενικό ακόμα και στο επάγγελμα του δικηγόρου να επικρατούν οι Φωτόπουλοι.

    ReplyDelete