Wednesday, 29 June 2011

Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία (μέρος 3 - Αρίστος Δοξιάδης)

Την Τρίτη 21 Ιουνίου το Ινστιτούτο Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων διοργάνωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση με θέμα "Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία" με ομιλητές τον Απόστολο Δοξιάδη, τον Χαρίδημο Τσούκα και τον Αρίστο Δοξιάδη. Έχοντας κρατήσει κάποιες πρόχειρες σημειώσεις από τα λεγόμενά τους, νομίζω ότι είναι χρήσιμο να δημοσιευτούν σαν μια μικρή δόση αισιοδοξίας και ορθολογισμού στον καθημερινό παραλογισμό που ζούμε. Χάριν ευκολίας, κάθε εισήγηση αποτελεί ένα αυτοτελές κείμενο, ενώ σε αυτό έχουν ενσωματωθεί και οι απαντήσεις που έδωσαν μετά τον κύκλο ερωτήσεων του ακροατηρίου.

Όταν ο Sam Bowles μελετούσε την αγροτική παραγωγή της Ινδίας, παρατήρησε ότι όποιος έσπερνε πρώτος το χωράφι του, του έτρωγαν τα σπόρια τα πουλιά, με αποτέλεσμα όλοι να περιμένουν από κάποιον να κάνει την αρχή. Τότε ρώτησε έναν Ινδό αγρότη γιατί δεν σπέρνουν όλοι ταυτόχρονα, ώστε να μοιράσουν τις απώλειες, για να λάβει την απάντηση ότι "αν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε, δε θα ήμασταν φτωχοί".

Λογική σημαίνει να κατανοώ τους κανόνες του φυσικού κόσμου. Αυτό όμως δεν ισχύει και για την κοινωνία, καθώς εκεί τίποτα δεν είναι δεδομένο από τη μία κοινωνική ομάδα στην άλλη.

Οι Έλληνες (κακή γενίκευση) κατά βάση είναι ορθολογικοί, όταν οι κανόνες δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Αυτό αποδεικνύεται από την προσαρμογή του σε ένα εύρυθμο περιβάλλον (π.χ. μια επιχείρηση του εξωτερικού). Έχει, δηλαδή, εργαλειακή λογική, που σημαίνει ότι μπορεί να συνδυάζει στόχους και μέσα, το οποίο είναι θεμέλιο του homo economicus.

Όταν, όμως, οι κανόνες επιδέχονται αμφισβήτηση, όπως στη χώρα μας, τότε το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στην έλλειψη λογικής, αλλά είναι θέμα πολιτισμικού υποστρώματος που προηγείται των θεσμών.

Όταν, λοιπόν, δεν υπάρχει κεντρική εξουσία που θέτει τους κανόνες, η εύρυθμη λειτουργία μιας κοινότητας εξαρτάται από το μείγμα τριών κατηγοριών:
α) conditional cooperators: Αυτοί που έχουν προδιάθεση να συμμορφωθούν στους κανόνες.
β) rational egoists: Αυτοί που θα εξαρτήσουν την συμμόρφωσή τους από το προσωπικό τους συμφέρον και έχουν μια έφεση στην κλοπή.
γ) willing punishers: αυτοί που προθυμοποιούνται να τιμωρήσουν τους παραβάτες.

Αν η πλειονότητα ανήκει στις κατηγορίες (α) και (γ), τότε οι κοινωνίες λειτουργούν εύρυθμα, αλλιώς, αν υπερέχει η κατηγορία (β), όπως στην Ελλάδα, παρουσιάζουν προβλήματα. Παράδειγμα: Σε έναν αγροτικό συνεταιρισμό στην Ολλανδία, όλα τα μέλη του θα εισφέρουν και την πρώτης ποιότητας παραγωγή, και την δεύτερης. Αντίθετα, σε έναν αντίστοιχο ελληνικό, αν ένα μέλος του δεχτεί δελεαστικότερη προσφορά εκτός συνεταιρισμού για την πρώτης ποιότητας παραγωγή, το πιθανότερο είναι να παραβιάσει τη συμφωνία του συνεταιρισμού.

Γιατί, όμως, είμαστε rational egoists; Γιατί για να μην είσαι, πρέπει να σέβεσαι τις ηγεσίες, δηλαδή να πιστεύεις ότι οι κανόνες θα τηρηθούν, που σημαίνει εσωτερίκευση των κανόνων του κόσμου. Εμείς δεν αποδεχόμαστε την ιεραρχία γιατί στο πέρασμα του χρόνου δεν εσωτερικεύσαμε αυτούς τους κανόνες.

Όταν λέμε, λοιπόν, ότι μας λείπει η "κοινή λογική", εννοούμε ότι το έλλειμμά μας βρίσκεται στον όρο «κοινή», γιατί ατομική λογική διαθέτουμε. Παράδειγμα: Η απαξίωση του δημοσίου σχολείου, το οποίο δεν αποδεχόμαστε, σε σύγκριση με το φροντιστήριο.

Τι μπορεί να γίνει; Θα δατυπώσω τρεις νύξεις:
α) Διαφάνεια: Όσο είμαστε ένα «εθνικό χωριό», επιτρέπεται η δημιουργία "αλληλεγγύης"
β) Ανταποδοτικότητα υπηρεσιών
γ) Μικρές ομάδες

Οι "καλοί πολιτικοί" μπήκαν στο περιθώριο γιατί μιλούσαν με όρους γενικού και μακροπρόθεσμου συμφέροντος, εν αντιθέσει με την πολιτική οικονομία της χώρας, η οποία έχει αυτή τη δομή γιατί (όσο και αν φαίνεται παράδοξο) έχουμε παίξει καλά το γεωπολιτικό παιχνίδι, με αποτέλεσμα να μη χρειάζεται να διευρύνουμε τον ορίζοντά μας, με αποτέλεσμα να μη χρειαζόμαστε καλύτερους πολιτικούς.

Υπάρχει όμως και η "άλλη κοινωνία" που θα δώσει τη διέξοδο: Είμαι αισιόδοξος για την ελληνική κοινωνία: Ακόμα και αν δεν εμφανιστεί κάποιος ηγέτης, έχουμε τις ικανότητες να τη θέσουμε μόνοι μας σε επαναλειτουργία.

Για την εισήγηση του Απόστολου Δοξιάδη πατήσε εδώ.
Για την εισήγηση του Χαρίδημου Τσούκα πατήσε εδώ.

Σημείωση: Οποιαδήποτε αστοχία στην απόδοση, παράλειψη ή λανθασμένη κατανόηση των λεγομένων των ομιλιτών οφείλεται καθαρά σε δικό μου σφάλμα. Για οποιαδήποτε επισήμανση παρακαλώ επικοινωνήστε στο alexandmich@yahoo.gr.

Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία (μέρος 2 - Χαρίδημος Τσούκας)

Την Τρίτη 21 Ιουνίου το Ινστιτούτο Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων διοργάνωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση με θέμα "Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία" με ομιλητές τον Απόστολο Δοξιάδη, τον Χαρίδημο Τσούκα και τον Αρίστο Δοξιάδη. Έχοντας κρατήσει κάποιες πρόχειρες σημειώσεις από τα λεγόμενά τους, νομίζω ότι είναι χρήσιμο να δημοσιευτούν σαν μια μικρή δόση αισιοδοξίας και ορθολογισμού στον καθημερινό παραλογισμό που ζούμε. Χάριν ευκολίας, κάθε εισήγηση αποτελεί ένα αυτοτελές κείμενο, ενώ σε αυτό έχουν ενσωματωθεί και οι απαντήσεις που έδωσαν μετά τον κύκλο ερωτήσεων του ακροατηρίου.

Ο τίτλος δεν είναι αποκομμένος από τις εξελίξεις. Σήμερα κατά πολλούς βιώνουμε μια έκρηξη ανορθολογισμού και θυμικού, η οποία υποκινείται (;) από τους πολιτικούς. Οι ιδέες, όμως, δεν βρίσκονται εν κενώ: Παράδειγμα ο Καρτέσιος, ο οποίος έγραψε περί ratio τον καιρό που η Ευρώπη σπαρασσόταν από θρησκευτικούς πολέμους.

Η λογική έχει διάφορες, αλληλοκαλυπτόμενες έννοιες:
α) logic
β) reason

Ευρύτερο πλαίσιό της είναι ο ορθολογισμός.

Η λογική είναι ανεπαρκές εργαλείο για την ομαλότητα της κοινωνίας μας, για παράδειγμα οι οικογενειακοί καυγάδες. Τι είναι αυτό που εμποδίζει εντέλει τους ανθρώπους να συνεννοηθούν;

Η μη συνεννόηση δεν οφείλεται στην έλλειψη λογικής, αλλά στο ότι δεν θέλουμε να ακούσουμε τους ορισμούς του συνομιλιτή μας.

Συνεπώς: Όταν θέλουμε να ακούσουμε τον συνομιλιτή μας, δεν μιλάμε για λογική. Αντίθετα, όταν δεν τον εμπιστευόμαστε ή όταν ορίζονται διαμετερικά αντίθετα οι όροι, τότε η λογική σεν αρκεί.

Πώς αυξάνεται η διάθεση για συνεννόηση; Μόνο διά της μετοχής στον κοινό λόγο μιας κοινότητας. Δηλαδή, ένα ευρύτερο πλαίσιο που συμπερικλείει τα άτομα δεν είναι λογικό επίτευγμα, αλλά κοινωνικό.

Στην σημερινή κατάσταση: Οι «Αγανακτισμένοι» εν πολλοίς έχουν άδικο, αλλά κακώς απαξιώνονται.

Κυρίως στις συγκεντρώσεις τους εκφράζεται ένα αίσθημα θυμού, το οποίο οδηγεί σε αφορισμούς, ο οποίοι δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν εμπειρικά. Μέσα από τις καταγγελίες τους, όμως, καταδεικνύεται ένα πρόβλημα του πολιτικού συστήματος, η κλεπτοκρατία. Αιχμή (κρυφή) του αιτήματός τους, η κάθαρση.

Γιατί, όμως, δεν εκφράζουμε τη δυσαρέσκειά μας νηφάλια; Ο Καστοριάδης έλεγε «Τα πάθη θεσμίζουν τις πόλεις»: Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι «πόλις» και «πάθος» είναι έννοιες αντίροπες. Στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη, του Χιούμ και του Άνταμ Σμιθ διατυπώνεται ότι «Η κοινωνία μας δε μπορεί να ζήσει χωρίς πάθος». Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εν αρχή ην το πάθος, ο λόγος έπεται, δεν εκφράζουμε τα συναισθήματά μας για εκτόνωση, όπως πολλοί άστοχα πιστεύουν, αλλά ως προλογική βάση. Έτσι γεννήθηκαν και οι έννοιες του φιλελευθερισμού και της ισότητας.

Ο Βίτγκενστάιν διακρίνει τα προβλήματα σε δύο κατηγορίες:
α) Problems of intellect: αυτά που επιλύονται με τη λογική, όταν υφίστανται κοινοί ορισμοί
β) Problems of will: αυτά που αποπροσανατολίζουν από το αρχικό ζητούμενο, τα οποία χρειάζονται υποδειγματικές συμπεριφορές, ένα από τα πράγματα δηλαδή που μας λείπει σήμερα: Ο Νέλσον Μαντέλα στρέφεται εναντίον της πλειοψηφίας των μαύρων που ζητούσε την διάλυση της ομάδας ράγκμπι – σύμβολο του Απαρχάιντ λέγοντας «Με εκλέξατε ηγέτη σας, αφήστε με να ηγηθώ».

Η ελληνική κρίση είναι ταυτόχρονα problem of intellect και problem of will: Οι collective skills του συστήματός μας είναι αυτές που τελικά μας καταστρέφουν.

Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μετασχηματιστική ηγεσία: Η Βουλή με τον αποστειρωμένο της λόγο και η Πλατεία με τον καρναβαλικό είναι δύο εντελώς διαφορετικά σύμπαντα. Έχουμε έλλειμμα ηγεσίας, χρειάζόμαστε ηγεσία η οποία θα μετασχηματίσει δημιουργικά τον θυμό. Είναι μάταιος ο διάλογος όταν δεν τέμνονται οι ορισμοί. Χρειάζεται από τους πολιτικούς μας λόγος που σαρκώνεται, να αυτοπεριορίζεται, ώστε να μπορεί να εμπνεύσει και να συγκινήσει. Η Δημοκρατία είναι αυτοαναφορικό πολίτευμα, και, ως εκ τούτου, περίπλοκο.

Η κοινωνία αποστρέφεται τους λογικούς πολιτικούς γιατί κυριαρχεί το πολιτιστικό υπόστρωμα του λαού. Δεν χρειάζεται πατερναλισμός, αλλά ηγεσία, πρέπει δηλαδή οι πολίτες να καταλαβαίνουν τους πολιτικούς τους. Οι κοινωνίες δεν αλλάζουν από διανοούμενους, παρά μόνο εμπνέονται από ηγέτες.

Σήμερα δεν διαθέτουμε interprenorial ethos, αλλά ευτυχως υφίσταται μια ελπιδοφόρα ελληνική κοινωνία των πολιτών.

Για την εισήγηση του Απόστολου Δοξιάδη πατήσε εδώ.
Για την εισήγηση του Αρίστου Δοξιάδη πατήσε εδώ.

Σημείωση: Οποιαδήποτε αστοχία στην απόδοση, παράλειψη ή λανθασμένη κατανόηση των λεγομένων των ομιλιτών οφείλεται καθαρά σε δικό μου σφάλμα. Για οποιαδήποτε επισήμανση παρακαλώ επικοινωνήστε στο alexandmich@yahoo.gr.

Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία (μέρος 1 - Απόστολος Δοξιάδης)

Την Τρίτη 21 Ιουνίου το Ινστιτούτο Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων διοργάνωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδήλωση με θέμα "Ο ρόλος της λογικής στην κοινωνία" με ομιλητές τον Απόστολο Δοξιάδη, τον Χαρίδημο Τσούκα και τον Αρίστο Δοξιάδη. Έχοντας κρατήσει κάποιες πρόχειρες σημειώσεις από τα λεγόμενά τους, νομίζω ότι είναι χρήσιμο να δημοσιευτούν σαν μια μικρή δόση αισιοδοξίας και ορθολογισμού στον καθημερινό παραλογισμό που ζούμε. Χάριν ευκολίας, κάθε εισήγηση αποτελεί ένα αυτοτελές κείμενο, ενώ σε αυτό έχουν ενσωματωθεί και οι απαντήσεις που έδωσαν μετά τον κύκλο ερωτήσεων του ακροατηρίου.

Ο τίτλος της σημερινής εκδήλωσης είναι παρόμοιος με αυτόν της ομιλίας του Bertrand Russell στις 4/9/1939 σε ένα αμερικανικό Πανεπιστήμιο μία ημέρα μετά την είσοδο της Μεγάλης Βρετανίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ξεκινώντας την ομιλία του, ο Russell είπε ότι, αν επικεντρωθεί στο θέμα της εκδήλωσης, θα κάνει μια από τις πιο σύντομες ομιλίες της Ιστορίας.

Η λογική ελάχιστα επηρεάζει τις ανθρώπινες σχέσεις.

Θα επικεντρωθώ σε δύο σημεία:
1) Ορισμός της λογικής στην ανθρώπινη κοινωνία:Βασική προϋπόθεση της λογικής είναι να ορίζουμε σαφώς αυτό για το οποίο μιλάμε.

Πρώτη φορά αυτό συναντάται στους "Διαλόγους" του Πλάτωνα.

Το 300 π.Χ. κάθε βιβλίο των "Σημείων" του Ευκλείδη ξεκινά με ορισμούς. Πρώτος ορισμός είναι αυτός του Σημείου.

Όταν σε μια συζήτηση υπάρχει διαφωνία, η λύση που ακολουθούμε είναι να καταφεύγουμε αρχικά σε αξιώματα και, εν συνεχεία, σε ορισμούς. Το θέμα των ορισμών δεν είναι απλό. Για την ακρίβεια, πάνω σε αυτό το θέμα έχει οικοδομηθεί όλη η ιστορία της Δυτικής Σκέψης.

Αν πάτε στη Βουλή, κάθε πανό περιέχει φορτισμένες λέξεις που αμφισβητούν ορισμούς. Αντίστοιχο παράδειγμα με το σημερινό είναι η περίοδος του Εμφυλίου, όπου δύο βασικότατοι όροι της εποχής, η "Αντίσταση" και ο "Δοσιλογισμός" είναι βαθύτατα προβληματικοί. Ένα ορθό κριτήριο για την κατάταξη μιας πράξης είναι στο κατά πόσο συμβάλλει στην αποχώρηση των κατακτητών ή/και την βελτίωση των συσχετισμών της κάθε ομάδας μετά τη φυγή των δυνάμεων του Άξονα.

2) Η μεγαλύτερη επανάσταση στην αρχαία σκέψη ήταν κατά πάσα πιθανότητα η εις άτοπον απαγωγή: Αντί να αναζητείται η απόδειξη ότι κάτι είναι αληθές, αναζητείται απόδειξη ότι το αντίθετό του είναι αναληθές, βασιζόμενο στην παραδοχή ότι είναι δυνατόν να ισχύει ή το ένα, ή το άλλο, ποτέ και τα δύο ταυτόχρονα ή κανένα από τα δύο.

Προσαρμόζοντάς το στα σημερινά δεδομένα, για να αντιμετωπίσω θετικά ή αρνητικά μια πρόταση ρωτώ αν αυτή βοηθά στο να παραμείνουμε στην Ε.Ε.. ή όχι. Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, την απορρίπτω ως άτοπη.

Η διλημματική λογική οφείλεται στην κρίση, είναι μια πραγματικότητα, ένα τίμημα το οποίο πληρώνουμε για το ότι δεν προσπαθήσαμε να προστατευτούμε από την κρίση που ερχόταν.

Η κρίση είναι η μόνη ευκαιρία να ανελιχθούν πολιτικοί οι οποίοι, σε άλλες συνθήκες, δεν θα ήταν ιδιαίτερα εύκολο να ξεπεράσουν τα εμπόδια των μηχανισμών των κομμάτων.

Οι πολιτικοί δεν πείθουν με τη λογική, γι’ αυτό οι "λογικοί πολιτικοί" αποτυγχάνουν – παραδείγματος χάριν ο Στέφανος Μάνος, για τους λόγους που έγραψε πριν από λίγο καιρό ο Χρήστος Γιανναράς σε ένα από τα λίγα κείμενά του με τα οποία συμφωνώ. Στους ορθολογιστές πολιτικούς συνήθως δεν ταιριάζει το "No. 1" της ιεραρχίας ενός κόμματος, αλλά το πιθανότερο είναι να αποτελούν εξαιρετικές επιλογές για το "Νο. 2".

Δεν είμαι υπέρ της πατερναλιστικής αντίληψης της ηγεσίας. Ηγεσία και οικογένεια δεν μπορούν να παραλληλιστούν, καθώς δεν μπορείς εντέλει να πείσεις το παιδί σου να πάει στον οδοντίατρο, παρά μόνο αν του δημιουργήσεις ακραίες φοβίες. Με τον διάλογο μπορείς να του «χρυσώσεις το χάπι», αλλά όχι να το πείσεις. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν έχει εξηγηθεί επακριβώς στον κόσμο ο κίνδυνος που διατρέχουμε.

Η παραδοχή ότι "Αν μπορούσαμε να είμαστε καλύτεροι, θα ήμασταν" μού φαίνεται μοιρολατρική. Η παρουσία μας εδώ αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο, η κατάσταση που βρισκόμαστε δεν είναι στατική διαπίστωση, αλλά δυναμική. Σε περίοδο ομαλότητας θα μπορούσαμε να προοδεύσουμε κάνοντας ο καθένας τη δουλειά του, σήμερα χρειαζόμαστε κάτι παραπάνω.

Για την εισήγηση του Χαρίδημου Τσούκα πατήσε εδώ.
Για την εισήγηση του Αρίστου Δοξιάδη πατήσε εδώ.

Σημείωση: Οποιαδήποτε αστοχία στην απόδοση, παράλειψη ή λανθασμένη κατανόηση των λεγομένων των ομιλιτών οφείλεται καθαρά σε δικό μου σφάλμα. Για οποιαδήποτε επισήμανση παρακαλώ επικοινωνήστε στο alexandmich@yahoo.gr.

Monday, 20 June 2011

Ο ψεύτης βοσκός, ο λύκος και τα πρόβατα

Ο εν λόγω μύθος του Αισώπου είναι γνωστός: Ένας βοσκός, προκειμένου να διασκεδάσει, αναστάτωνε κάθε λίγο το χωριό του φωνάζοντας "λύκος, λύκος". Το αστείο έγινε μία, έγινε δύο, μέχρι που οι χωριανοί έπαψαν να δίνουν σημασία, με καταστροφικές συνέπειες για τον βοσκό, όταν μια μέρα ήρθε όντως ο λύκος. Δεν γνωρίζω αν τα παραπάνω εντάσσονται στην εκπαίδευση που έλαβε ο Γιώργος Παπανδρέου κατά τα παιδικά του χρόνια, αλλά σίγουρα, αν ακούσει αυτή την ιστορία, θα βρει πολλά κοινά με την πορεία του.

Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξα διαβάζοντας ένα κείμενο του Τηλέμαχου Χορμοβίτη που εξηγούσε "Γιατί ο Γιώργος Παπανδρέου έχει κερδίσει τη μάχη των ιδεών" και προσπαθώντας να εξηγήσω γιατί, ενώ συμφωνώ με τη διαπίστωση του κειμένου, η δημοτικότητα του Πρωθυπουργού έχει καταβαραθρωθεί, ιδίως μέσα στο ίδιο του το κόμμα. Ίσως λίγο ανεστραμμένος, ο μύθος του ψεύτη βοσκού ταιριάζει απόλυτα στην πολιτική που επέλεξε να χαράξει τα τελευταία χρόνια ο αρχηγός του Πα.Σο.Κ.. Ας δούμε, λοιπόν, αναλυτικά τους ρόλους του "δράματος".

Φυσικά, ο ψεύτης βοσκός είναι ο ίδιος ο Γιώργος Παπανδρέου, αλλά με διαφορετική πρακτική από τον "μυθικό": Αν και ήταν προφανές ότι η χώρα ήδη από το 2004 ήταν στα οικονομικά της όρια και χρειαζόταν άμεσα γενναίες μεταρρυθμίσεις, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επέλεξε το δρόμο της άρνησης αρχικά (Άρθρο 16 και, γενικά, Συνταγματική Αναθεώρηση), στη συνέχεια αυτόν του λαϊκισμού (συμμετοχή σε πορείες κατά των μεταρρυθμίσεων - φωτογραφία άρθρου) και, εντέλει, αυτόν της ανερυθρίαστης δημαγωγίας και αμετροέπειας ("Λεφτά υπάρχουν"). Φυσικά, η ανεύθυνη στάση του Γιώργου Παπανδρέου δεν ήταν ο καθοριστικότερος παράγοντας της αποτυχίας των κυβερνήσεων Καραμανλή, αλλά αφενός συνέβαλε σε αυτήν και αφετέρου υποθήκευσε την πολιτική που όφειλε να ακολουθήσει όταν το κόμμα του θα γινόταν κυβέρνηση.

Όταν, λοιπόν, η χώρα ήταν ένα βήμα πριν την εκδήλωση της κρίσης, ο Γιώργος Παπανδρέου σχεδόν έλεγε ότι όλα (μπορούν να) πάνε καλά και ότι η ύφεση οφείλεται αποκλειστικά στην κακοδιαχείριση της "Δεξιάς παρένθεσης". Όταν, όμως, η παρένθεση έκλεισε, ο νέος Πρωθυπουργός χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τη σκληρή πραγματικότητα που, έστω και στο τέλος, υπεδείκνυε (πρωτοφανές για τα πολιτικά δεδομένα) η απερχόμενη κυβέρνηση. Και πάλι, του πήρε μισό χρόνο αοριστολογίας, παρελθοντολαγνείας και χειρισμών πρωτοετών στελεχών μικρομεσαίας φοιτητικής παράταξης για να καταλάβει ότι το όνειρό του να σταθεί δίπλα στον παππού και τον πατέρα του θα έμενε απραγματοποίητο, αφενός γιατί του έλειπε το ταλέντο τους στη δημαγωγία και τον πολιτικαντισμό και αφετέρου γιατί δεν είχε τους οικονομικούς πόρους που είχαν τότε αυτοί, από το "ελληνικό θαύμα" ο μεν, από τα κονδύλια της "επάρατης" (πριν μπούμε) Ευρωπαϊκής Ένωσης ο δε.

Οι λύκοι της ιστορίας μας είναι το χρέος, το έλλειμμα, ο κομμουνιστικού μεγέθους δημόσιος τομέας και η διάλυση των παραγωγικών δομών της ελληνικής οικονομίας, όσο και αν κάποιοι βλέπουν σε αυτό το ρόλο ξένα κέντρα που επιβουλεύονται τον ελληνισμό. Και εδώ εντοπίζεται το πρώτο μεγάλο εμπόδιο για να βγούμε από την κρίση: Ακόμα και τώρα, την ύστατη στιγμή για την ελληνική οικονομία, αρνούμαστε να διεισδύσουμε βαθύτερα στο πρόβλημα και επιμένουμε να πολεμάμε το σύμπτωμά του, δηλαδή τις διαρκείς υποτιμήσεις από τους οίκους αξιολόγησης, τους κερδοσκόπους των spreads και λοιπούς εγκάθετους των λιακοπουλικών συνωμοσιών.

Για το τέλος, ένας διπλός ρόλος, οι χωριανοί και τα πρόβατα, οι οποίοι δυστυχώς στον παραλληλισμό μας ταυτίζονται στο πρόσωπο του ελληνικού λαού. Επί τριάντα χρόνια η πλειονότητα (που σχεδόν πάντα μεταφραζόταν και σε εκλογική πλειοψηφία) των συμπολιτών μας θεωρούσε το δημόσιο μια ιερή αγελάδα, η οποία, σε αντάλλαγμα για τον σεβασμό που της δείχνουμε, παράγει χρήμα και κάλυψη στις ανομίες της κοινωνίας μας. Αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης είναι να ψηφίζει συνήθως πολιτικές όπως αυτή που ακολούθησε ο Γιώργος Παπανδρέου το διάστημα 2004-2009 και να κλείνει τα αυτιά της ξορκίζοντας κάθε φωνή λογικής η οποία προειδοποιούσε για την κρίση που, αργά ή γρήγορα θα έρθει. Έτσι, από τελικός κριτής και φύλακας του πολιτεύματος, εξελίχθηκε σε υπηρέτη και "προστάτη" του συστήματος, τρώγοντας στην ουσία τις ίδιες της τις σάρκες. Ο συνδυασμός, λοιπόν, χωριανών και προβάτων γέννησε τους λύκους της ιστορίας μας.

Συμπερασματικά, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε την ατυχία να γίνει πιστευτό το ψέμα του τη χειρότερη δυνατή στιγμή: Προεκλογικά έσπειρε ανέμους και, μοιραία, μετεκλογικά θερίζει δύο κυρίως θύελλες: Από τη μία οι "Αγανακτισμένοι", οι οποίοι ακόμα ζητάνε τα "λεφτά που υπάρχουν", και από την άλλη το "βαθύ Πα.Σο.Κ." του Φωτόπουλου, της Βάσως Παπανδρέου και όσων επί τριάντα χρόνια διαφέντευαν το κράτος χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Όλους αυτούς θα μπορούσε να τους αντιμετωπίσει με ηθικό και πολιτικό πλεονέκτημα, αν είχε δείξει περισσότερη σύνεση και συναινετική διάθεση πριν αναλάβει τα ηνία της χώρας. Δυστυχώς, πλέον είναι πολύ αργά για τον ίδιο, ας γίνει η περίπτωσή του παράδειγμα προς αποφυγή για τους (όποιους) επόμενους…